Κρεμάλες για ορφανά

Time to read
less than
1 minute
Read so far

Κρεμάλες για ορφανά

Δεκέμβριος 28, 2021 - 10:46

Κατά το Μεσαίωνα, το κυριότερο μέρος της ποινικής διαδικασίας ήταν αυτό της εκτέλεσης της ποινής: Στο «Επιτήρηση και Τιμωρία» ο Φουκώ ξεκινάει με την περιγραφή του τρόπου εκτέλεσης ενός καταδίκου (για απόπειρα βασιλοκτονίας) με το όνομα Damiens μπροστά στην κύρια πύλη της Εκκλησίας των Παρισίων. Αφού πέρασε των παθών του τον τάραχο, γδάρθηκε και διαμελίστηκε (στην κυριολεξία) ζωντανός, ξεψύχησε μπροστά στο αλαλάζων και φιλοθεάμον κοινό, το οποίο παρακολουθούσε εκστατικά, υποκλινόμενο στη «λαμπρότητα των βασανιστηρίων», αφού, για να θυμηθούμε τον Νίτσε (Γενεαλογία της Ηθικής) «υπάρχει στην τιμωρία πολύ γιορταστικό στοιχείο».

Πεντακόσια χρόνια μετά, στις φιλελεύθερες δυτικές δημοκρατίες, έχει συμβεί μία κρίσιμη –διπλή- μετατόπιση: από τη μία η Δικαιοσύνη αποδίδεται στις οθόνες των τηλεοράσεων και των κινητών τηλεφώνων, από την άλλη η τιμωρία δεν είναι πλέον τόσο σωματική (η μεσαιωνική επιβλαβή του σώματος), όσο «ασώματη»: η φάτσα του υπόπτου γεμίζει τις οθόνες, οι κάμερες τον «πιάνουν» με τις χειροπέδες περασμένες πισθάγκωνα, μαθαίνουμε αν κοιμήθηκε στο κρατητήριο, αν τον στραβοκοίταξαν αυστηρά οι συγκρατούμενοί του, η ζωή του ξεσκολίζεται, το ψυχολογικό του πορτρέτο οικοδομείται από τηλε-ειδικούς και μη, δικάζεται και ρίχνεται για βορά στα σκυλιά.  Μέχρι να γίνει το κανονικό Δικαστήριο, στις ψηφιακές οθόνες έχει ολοκληρωθεί – στο άψε - σβήσε η διαδικασία: έχει εισαχθεί η κατηγορία (εισαγγελέας), έχει δικαστεί η υπόθεση (δικαστής), έχει εκτελεστεί η ποινή (δήμιος): ακόμη και εάν ακολουθήσει απαλλακτική απόφαση, η τιμωρία έχει ολοκληρωθεί: κοινωνικός αποκλεισμός, επαγγελματική καταρράκωση, οικογενειακή αποξένωση.

Ακόμη και εάν κάποιος «δικαιολογήσει» το παραπάνω με το επιχείρημα ότι η θεσμική Δικαιοσύνη έχει το μειονέκτημα ότι είναι πιο αργή σε σύγκριση με την τηλεοπτική/ψηφιακή (αν και αυτό ακριβώς είναι το τίμημά της, προκειμένου να τηρούνται οι δικλείδες ασφαλείας της δίκαιης δίκης - κάθε υπόθεση πρέπει να ψάχνεται επαρκώς και να περνάει από τη βάσανο της ψύχραιμης ετυμηγορίας), ακόμη και τότε αναρωτιέται κανείς, ποιος αποφασίζει για το εάν ένα γεγονός θ’ αποτελέσει είδηση, αν και πώς θα γίνει γνωστό στο ευρύ κοινό.   

Και εδώ είναι το μείζον πρόβλημα.

Τις τελευταίες ημέρες, όλη η Ελλάδα πληροφορείται ανά τρίωρο περίπου  για την εξέλιξη της υπόθεσης ενός τύπου που αναρτούσε στο διαδίκτυο ερωτικό υλικό πρώην σχέσεών του. Με διαφορετικές η πανομοιότυπες διατυπώσεις τα «ρεπορτάζ» μας ενημερώνουν για κάθε πιθανή ή απίθανη λεπτομέρεια και μας προετοιμάζουν για την τελική τους ετυμηγορία.

Την ίδια ακριβώς χρονική συγκυρία, ένα άλλο γεγονός, το πιο ανατριχιαστικό περιστατικό της τρέχουσας επικαιρότητας, πέρασε σχεδόν απαρατήρητο: Με την ανοχή/παρότρυνση του προσωπικού ενός Ιδρύματος, ορφανά ανήλικα από 7 έως 11 ετών λάμβαναν μέρος σε ερωτικές περιπτύξεις μεταξύ τους, ενώ υφίσταντο τιμωρίες μεσαιωνικού τύπου.

Εάν γκουγκλάρει κανείς τα δύο γεγονότα, θα  διαπιστώσει δυσανάλογη προβολή. Σε επίπεδο MME, η υπόθεση με τα ορφανά, θα έλεγε κανείς, θάφτηκε. Δεν αναδείχτηκε, δεν πήρε το χρόνο που αναλογεί στη βαρύτητά της, δεν ψάχτηκε ως προς τους πρωταγωνιστές και τις συνθήκες τέλεσής της.  

Θα απαντήσει κανείς ότι αυτό είναι «λογικό». Υπό την έννοια ότι το θέμα του πορνο – τάδε, μέλους τηλεοπτικής ομάδας - τιμητή των πάντων, έχει μεγαλύτερο κίνητρο προβολής από τα ορφανά. Που δεν έχουν μάνα ή πατέρα να τους συντρέξουν, να καταγγείλουν, να διαμαρτυρηθούν, να φωνάξουν. Στόμα έχουν, αλλά δεν έχουν μιλιά.

Ακόμη και έτσι δεν δικαιολογείται η υποβάθμιση της είδησης, το εκκωφαντικό θάψιμό της. Διυλίζουμε τον κώνωπα και καταπίνουμε την κάμηλο και δη αμάσητη.

Σε θεσμικό/πολιτικό επίπεδο, η Υφυπουργός Εργασίας βγήκε στα κανάλια και, αφού ευχήθηκε με απαστράπτον χαμόγελο «χρόνια πολλά για τις ημέρες», στηλίτευσε το γεγονός και ανήγγειλε την τρομερή «τιμωρία» της πολιτείας: έκοψε τη χρηματοδότηση στο εν λόγω Ίδρυμα. Δηλαδή τους μισθούς του προσωπικού (οποία τιμωρία!), αλλά και το φαΐ των ορφανών.

Δεν ισχυρίζεται κανείς ότι ο δόκιμος δρόμος θα ήταν αυτός της τηλεοπτικής διαπόμπευσης. Αλλά, συγκρινόμενα τα δύο γεγονότα, δεν χωράει αμφιβολία για ποιο θα έπρεπε να υποστασιοποιηθεί. Αντί να τρίξουν τα τσιμέντα, αντί να παραιτηθούν οι θεσμικοί επιβλέποντες μπροστά στο όνειδος του αποτροπιασμού, διάγουμε απλώς την εορταστική περίοδο και δεν άνοιξε μύτη.

Όταν τα ορφανά αυτά γίνουν ενήλικες,  θα στραφούν κατά των νόμων μίας κοινωνίας, η οποία δεν τους προστάτεψε στην πιο τρυφερή τους ηλικία. Κατά πάσα πιθανότητα, όπως λένε οι ειδικοί, με παρόμοιας φύσεως αδικήματα, όπως αυτά που υπέστησαν ως παιδιά.

Και τότε η κοινωνία, αντί να κοιταχτεί στον καθρέπτη,  θα στήσει για τους παραβάτες και πρώην ορφανά κρεμάλες. Τηλεοπτικές και μη.

 

Θάνος Καρνέζης, δικηγόρος