Οι κίνδυνοι και οι προοπτικές της επιδοματικής πολιτικής

Time to read
less than
1 minute
Read so far

Οι κίνδυνοι και οι προοπτικές της επιδοματικής πολιτικής

Φεβρουάριος 21, 2023 - 18:42

Η επιδοματική πολιτική έχει βρεθεί στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου, ιδιαίτερα μετά την εμφάνιση αλλεπάλληλων κρίσεων (οικονομική κρίση, πανδημία, ενεργειακή κρίση). Σκοπός της επιδοματικής πολιτικής είναι η εφαρμογή στοχευμένων δράσεων προς όφελος των πιο ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού. Στο παρελθόν, η επιδοματική πολιτική υλοποιούνταν από ένα σχεδόν «χαοτικό», σε επίπεδο παρεμβάσεων, κατακερματισμένο και διευρυμένο ποσοτικά, σύστημα κοινωνικών παροχών από εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους.

Σήμερα, η άσκηση της κοινωνικής πολιτικής υλοποιείται με τη χορήγηση δεκάδων επιδομάτων και την παροχή υπηρεσιών που απευθύνονται στους πολίτες της χώρας, άλλοτε αποδιδόμενες υπό προϋποθέσεις και άλλοτε χωρίς αυτές. Το σύστημα κοινωνικής προστασίας, παρά τις συνεχείς μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει στη διάρκεια της τελευταίας επταετίας 2016-2022, συνεχίζει να είναι κατακερματισμένο ως προς τις κατηγορίες και τον αριθμό των επιδομάτων, με σημαντική διασπορά των πόρων και συχνά με μικρά στοχευμένα οφέλη, δεδομένου ότι το ποσοστό φτώχειας παραμένει εξαιρετικά υψηλό στην Ελλάδα.

Τα εισοδηματικά κριτήρια για την παροχή επιδομάτων, σε συνδυασμό με την εκτεταμένη φοροδιαφυγή, δημιουργούν δομικά προβλήματα στην αποτελεσματική εφαρμογή της επιδοματικής πολιτικής. Προφανώς και πρέπει να διατηρηθούν. Ομως, χρειάζεται παράλληλα ένα φορολογικό σύστημα που δεν θα δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από όσα λύνει.

Οι φορολογικές και ασφαλιστικές επιβαρύνσεις πρέπει να εκλογικευθούν, ώστε να μη λειτουργούν σαν κίνητρα φοροδιαφυγής και μετάβασης στον «μαύρο» τομέα της οικονομίας. Μια πρόταση προς αυτή την κατεύθυνση είναι η έμμεση διαχείριση της εισοδηματικής ενίσχυσης των ευάλωτων στρωμάτων μέσω της αναδιάταξης του επιπέδου ΦΠΑ στις διάφορες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών.

Μια επανεκτίμηση των ποσοστών και των ειδών κατανάλωσης που περιλαμβάνονται σε καθεμία εκ των κατηγοριών που εμπεριέχονται στο «καλάθι» των τριών πρώτων εισοδηματικών δεκατημορίων, θα μπορούσε να συμβάλει στη βελτίωση του διαθέσιμου εισοδήματος των χαμηλότερων εισοδηματικών τάξεων και κατά συνέπεια στη μείωση της φτώχειας στην Ελλάδα.

Επιπλέον, η επί μακρόν διατήρηση των επιδομάτων και όχι η ένταξή τους σε μια μακροπρόθεσμη στρατηγική κοινωνικής προστασίας ενέχει τον κίνδυνο να επηρεάσει τα κίνητρα για δημιουργία, να δημιουργήσει εθισμό στην εξάρτηση από το κράτος και, τελικά, να παγιδεύσει τα νοικοκυριά σε χαμηλή ευημερία και τις επιχειρήσεις σε χαμηλή παραγωγικότητα. Επίσης, υπάρχει κίνδυνος, ο μεγάλος αριθμός επιδομάτων να δημιουργήσει στρεβλώσεις στον μηχανισμό των τιμών και, ενδεχομένως, να δώσει λάθος μηνύματα σε καταναλωτές και παραγωγούς.

Διάφορες μελέτες έχουν δείξει ότι αυτό που έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία είναι η μείωση της εξάρτησης από εισαγωγές και η αύξηση των εξαγωγών. Μια πολιτική επιδομάτων, η οποία στηρίζεται σε μορφή voucher ή pass σε προϊόντα και υπηρεσίες, που είτε είναι εισαγόμενα είτε η παραγωγή τους είναι καθόλα εξαρτημένη από εισαγωγές, όχι μόνο δεν μειώνει τις αδυναμίες του ελληνικού παραγωγικού μοντέλου (δίδυμα ελλείμματα, δραματική υπερχρέωση και φθηνή εργασία) αλλά οδηγεί και τις ιδιωτικές επιχειρήσεις μακριά από την παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών, επωφελούμενες από τη «δεδομένη ζήτηση» που προκύπτει μέσω τέτοιων επιδοματικών πολιτικών.

Ο ρόλος που έχουν στην περίπτωση αυτή οι εγχώριες επιχειρήσεις είναι κυρίως μεταπρατικός και όχι παραγωγικός. Είναι αναγκαία η ενίσχυση (μέσω κινήτρων) των εγχώριων εφοδιαστικών αλυσίδων στον ιδιωτικό τομέα ώστε να μειωθεί η εξάρτησή του από εισαγωγές. Τέλος, ο σχεδιασμός μιας μεσοπρόθεσμης στρατηγικής επιδοματικής πολιτικής πρέπει να λαμβάνει υπόψη τον περιορισμένο -λόγω κυρίως υψηλής υπερχρέωσης- δημοσιονομικό χώρο που διαθέτει η Ελλάδα στο παρόν και στο μέλλον.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ελλάδα έχει δώσει την τρίτη υψηλότερη στην Ευρωπαϊκή Ενωση στήριξη από τον Προϋπολογισμό της για την ενεργειακή κρίση το 2022, περίπου 6% του ΑΕΠ. Η ανάγκη να διαφυλαχθούν οι πόροι του κράτους θα γίνει πολύ μεγαλύτερη από το 2024 και μετά, όταν κάθε χρόνο και για πολλά χρόνια θα πρέπει να εκπληρώνονται αυστηροί δημοσιονομικοί στόχοι.

 

Παναγιώτης Λιαργκόβας, Πρόεδρος του ΚΕΠΕ και του Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγικότητας, καθηγητής Πανεπιστημίου Πελοποννήσου

real.gr